Ο μάστορας καθότανε στο εστιατόριο και κάπνιζε το τσιγάρο του μετά από το περιποιημένο πιάτο που απόλαυσε. Με το σκουφί του στο κεφάλι και τα ασπρισμένα πια γένια του, είχε μιαν όψη παραμυθένια. Μπογιατζής στο επάγγελμα, είχε περάσει όλη την ζωή του στην χειρωνακτική εργασία. Παρά την κούραση της ημέρας, προσπαθούσε να καταλάβει τι σήμαινε αυτό που είχε διαβάσει λίγο πριν στην εφημερίδα. Όσο περνούν τα χρόνια τόσο μειώνονται τα παιδιά των εργαζόμενων σε χειρονακτικά επαγγέλματα που περνούν στα Πανεπιστήμια. Δηλαδή, σκέφτηκε, αφού λιγοστεύουν οι αγρότες με τις μεταρρυθμίσεις, είναι και πιο λίγα τα παιδιά των αγροτών, άρα λογικά είναι και πιο μικρό το ποσοστό των αγροτόπαιδων που σπουδάζουν. Με μας τους μπογιατζήδες όμως, τι συμβαίνει; Ούτε πιο λίγοι γίναμε, ούτε πιο πολλοί. Τότε γιατί τα παιδιά μας δεν τα καταφέρνουν να πάνε σε Πανεπιστήμιο, όπως τα κατάφερναν παλιότερα; Έγινε καμιά άλλη μεταρρύθμιση που να αφορά τους χειρώνακτες της εργασίας; Πως λιγοστεύουν τα παιδιά των μη μορφωμένων στα Πανεπιστήμια;
Σηκώθηκε από το τραπέζι του, καλησπέρισε τους υπόλοιπους παρευρισκόμενους στο εστιατόριο, ευχήθηκε καλή αποκριά και τράβηξε για το σπίτι. Στο κατώφλι της πόρτας βρήκε το φάκελο από την τράπεζα. Η σύζυγος καθισμένη στο σαλόνι, κοιτούσε με βαριεστημένη προσοχή μια από τις «ενημερωτικές» εκπομπές της καθημερινότητας. Κάθισε στην πολυθρόνα και πήρε ένα δελτίο του στοιχήματος να συμπληρώσει μήπως και «βγει» καμιά καλή τριάδα. Δεν είχε περάσει ούτε πεντάλεπτο όταν άνοιξε η πόρτα και μπήκε ο γιος του με την φόρμα της δουλειά πιτσιλισμένη με διάφορα χρώματα
- Πως πήγε η δουλειά σήμερα ρε Γιάννη; Τον ρώτησε.
- Πώς να πάει ρε μπαμπά; του αποκρίθηκε εκείνος. Τελείωσα εκείνα τα μερεμέτια στο σπίτι της κυρίας Καίτης και από βδομάδα θα πάω στην οικοδομή για την εργολαβία.
- Καλά, καλά είναι. Δουλίτσα να υπάρχει κι όλα τα άλλα έρχονται.
Τον κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω, λεβέντης είκοσι δύο χρονών ο Γιάννης, παράτησε το σχολείο τότε που έμεινε στην πρώτη λυκείου και ανέλαβε την δουλειά που είχε αρχίσει αυτός. Τελείωσε και το στρατιωτικό πέρσι, μια καλή νυφούλα μας μένει, σκέφτηκε…
6 σχόλια:
Παλιά, όταν τα παιδιά δεν τα παίρναν τα γράμματα τα βάζανε σε τέχνη. Το εκπαιδευτικό σύστημα δεν ασχολείται ιδιαίτερα να προωθήσει ΚΑΙ εκείνα τα παιδιά που έχουν κάποιες δυσκολιες. Οπότε τι?
Στις μέρες μας επαγγέλματα όπως ο μπογιατζής, ο υδραυλικός, ο πατωματζής κλπ..ίσως αποδίδουν περισσότερο απο ένα παιδί που τρώει τον καιρό του στα θρανία και όταν πάρει ΤΑ πτυχία βρίσκεται άνεργο.
Αν όμως το καλοσκεφτείς, τέτοια επαγγέλματα έχουν ψωμί.
Ωραία ιστορία ρε φίλε.. είχε ωραία ατμόσφαιρα!
Μπάινει στη μέση και η παιδευτική διάσταση της εκπαίδευσης Μαρίνα μου! Όχι μόνο η επαγγελματική αποκατάσταση. Το ξέρω ότι έχουν και πάντα θα έχουν!
gelial τα σέβη μου!:-)
Ax. Και πάλι αχ.. πονεμένη Ιστορία συν-πατριώτη, αλλά συμφωνώ κι εγώ : το χρώμα που της έδωσες μοναδικό:)
Καλό μας βραδάκι!
Σωτήρης Angelito Δημητρίου
Συν-νιφάδα μου κι amig0, είστε κι εσείς εν μέρει υπεύθυνοι για όσα όμορφα χρώματα φέρνω εδώ!...Καλησπέρες!
Δημοσίευση σχολίου