Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2007

"Το όνομα μου είναι Rachel Corrie" - Θέατρο Φούρνος, Αθήνα από 12/10/ 2007

Έχω αναφερθεί πολλές φορές στην ιστορία της Rachel Corrie, η οποία δολοφονήθηκε από τις Ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις, υπερασπιζόμενη απέναντι σε μια μπουλντόζα ένα παλαιστινιακό σπίτι στην Ράφα της Λωρίδας της Γάζας. Μέλος του Διεθνούς Κινήματος Αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη η 23χρονη Αμερικανίδα, έγινε σύμβολο του αγώνα ενάντια στην Ισραηλινή πολιτική στα παλαιστινιακά εδάφη. Κυρίως όμως έγινε σύμβολο ανθρωπιάς και έμπρακτης αλληλεγγύης, σε μια εποχή που ο ατομισμός ισοπεδώνει τα πάντα.

Από το 2003 όταν και μάθαμε την ιστορία της, όπως και αυτή του Τομ Χέρνταλ, κανείς δεν έχει καταδικαστεί για τον θάνατο της. Πριν από τρία χρόνια, μετά από άδεια της οικογένειας της, η δημοσιογράφος Κατρίν Βίνερ και ο σκηνοθέτης - ηθοποιός Άλαν Ρίκμαν, πήραν τα ημερολόγια της και έκαναν ένα θεατρικό κείμενο που αναφέρεται στην σύντομη ζωή μιας νεαρής Αμερικανίδας που πέθανε για την Παλαιστίνη ή για να ακριβολογούμε για την Ανθρωπότητα.

Η παράσταση βραβεύτηκε στην Βρετανία, αλλά λογοκρίθηκε αρχικά στις Η.Π.Α. Τελικά σε σχεδόν ένα μήνα θα έχουμε την ευκαιρία να την δούμε και στην Ελλάδα στο Θέατρο Φούρνος. Όλες οι πληροφορίες για αυτή την παράσταση ακολουθούν παρακάτω:

“Το όνομά μου είναι Rachel Corrie”

(Ένα μικρό ιστορικό για μια μεγάλη ιστορία και μια πολυσυζητημένη παράσταση)

  • Η υπόθεση της 23χρονης Αμερικανίδας Rachel Corrie, που έχασε την ζωή της στην Λωρίδα της Γάζας, όταν προσπάθησε να σώσει το σπίτι ενός Παλαιστίνιου από Ισραηλινή επιχείρηση κατεδάφισης, έγινε γνωστή από τα Μ.Μ.Ε το 2003.
  • 2 χρόνια αργότερα ο γνωστός άγγλος ηθοποιός Alan Rickman σε συνεργασία με τη δημοσιογράφο της «Guardian» Katharine Viner, δραματοποιεί και ανεβάζει στο Royal Court Theatre ημερολόγια και κείμενά της, με τον τίτλο «My name is Rachel Corrie». Η παράσταση σημείωσε μεγάλη επιτυχία κόντρα στα σημεία των καιρών αλλά προκάλεσε και ποικίλες αντιδράσεις.

  • Το συγκεκριμένο έργο μετά από περιπέτειες παρουσιάστηκε και στις ΗΠΑ έπειτα από παρέμβαση του ίδιου του Harold Pinter, κινώντας το ενδιαφέρον πολλών θεατρικών οργανισμών σε όλον τον κόσμο για την παρουσίασή του.

  • Το ελληνικό κοινό θα έχει, από τη νέα θεατρική σαιζόν, την ευκαιρία να παρακολουθήσει την παράσταση «Το όνομά μου είναι Rachel Corrie» καθώς ο σκηνοθέτης Θοδωρής Τσαπακίδης και η «Brokenchair Theatre Company» εξασφάλισαν κατ’ αποκλειστικότητα τα δικαιώματα του έργου και προχωράνε στο ανέβασμά του σε συνεργασία με το Θέατρο Φούρνος. Τη μετάφραση έχει κάνει η Μαρία Πασχαλίδου, ενώ τον ρόλο της Rachel Corrie θα υποδυθεί η ταλαντούχος ηθοποιός Δέσποινα Σαραφείδου.

Από τις 12 Οκτωβρίου 2007 στο Θέατρο Φούρνος

και για 60 παραστάσεις

Για περισσότερες πληροφορίες:

Εταιρεία Θεάτρου Σπασμένη Καρέκλα

www.brokenchair.gr

Θέατρο Φούρνος

Μαυρομιχάλη 168, 114 72 Αθήνα, Τ:210 64 60 748

e-mail:info@fournos-culture.gr / www.fournos-culture.gr


«Το όνομά μου είναι Ρέητσελ Κόρι»

Έργο βασισμένο σε κείμενα της Ρέητσελ Κόρι

Θεατρική διασκευή: Άλαν Ρίκμαν / Καταρίνε Βίνερ

Μετάφραση: Μαρία Πασχαλίδου

Σκηνοθεσία: Θοδωρής Τσαπακίδης

Ερμηνεύει: Δέσποινα Σαραφείδου

Φωτισμοί: Τάσος Παλαιορούτας

Σκηνικά/Κοστούμια: Κατερίνα Μπαραμπούτη

Μουσική: Νίκος Ψαριανός

Παραγωγή: «Brokenchair theatre company» και Θέατρο Φούρνος

Θέατρο Φούρνος

Πρεμιέρα: 12 Οκτωβρίου 2007

Με την υποστήριξη των παλαιστινιακών και αραβικών κοινοτήτων στην Ελλάδα.

Φωτογραφίες: Στέφανος Ζαχαράκης

Αφήστε με να παλέψω τους δαίμονες μου
της Katherine
Viner που συμμετείχε στη θεατρική διασκευή των κειμένων

Υπάρχει ένα κομμάτι στο ημερολόγιο της Ρέητσελ Κόρι, που πιθανόν γράφτηκε στα 1999, τέσσερα χρόνια πριν δολοφονηθεί στη λωρίδα της Γάζας, από έναν Ισραηλινό οδηγό μπουλντόζας, ενώ προσπαθούσε να εμποδίσει την κατεδάφιση των σπιτιών των Παλαιστινίων. Είναι δεκαεννιά ή είκοσι χρονών. «Ονειρεύτηκα ότι έπεφτα, ότι θα σκοτωνόμουν, έπεφτα από κάτι βρόμικο και μαλακό που θρυμματιζόταν όπως οι λόφοι στη Γιούτα», γράφει, «αλλά συνέχισα να κρατιέμαι, και κάθε φορά που υποχωρούσε το έδαφος κάτω από τα πόδια μου ή έσπαγε ένα κομμάτι από το βράχο, έπιανα πέφτοντας ένα άλλο. Δεν είχα το χρόνο να σκεφτώ μόνο να πιαστώ σαν να έπαιζα κάποιο βίντεο παιχνίδι. Και άκουγα μια φωνή μέσα στο κεφάλι μου που μου έλεγε ξανά και ξανά: «Δεν γίνεται να πεθάνω, δεν γίνεται να πεθάνω».

Πέρσι μου ζήτησε το Royal Court Theatre του Λονδίνου να διασκευάσω τα γραπτά της Ρέητσελ Κόρι σε θεατρικό έργο, μαζί με τον Άλαν Ρίκμαν που θα έκανε και τη σκηνοθεσία. Είχα διαβάσει τα συγκλονιστικά mail που είχε στείλει στους δικούς της από τη Γάζα, τα οποία δημοσιεύθηκαν με χρονολογική σειρά στο G2 τις μέρες που ακολούθησαν το θάνατό της, και διάβασα όσα έγραψαν οι αυτόπτες μάρτυρες στο ίντερνετ. Αλλά δεν ήξερα ότι τα πρώιμα γραπτά της Ρέητσελ πριν ακόμα σκεφτεί καν να πάει στη Μέση Ανατολή, την εποχή που πήγαινε σχολείο, κατα τη διάρκεια του κολεγίου, όταν εργαζόταν σε ένα κέντρο ψυχικής υγείας στην πατρίδα της την Ολύμπια, στην Ουάσιγκτον θα ήταν εξίσου ενδιαφέροντα, και θα περιείχαν τόσα στοιχεία ανατριχιαστικής προοικονομίας. Ούτε είχα ιδέα τι είδους άτομο ήταν η Ρέητσελ Κόρι: τσαπατσούλα, κοκαλιάρα, θαυμάστρια του Νταλί, μανιώδης με τις λίστες, φανατική καπνίστρια, παθιασμένη με τη μουσική της Πατ Μπέναταρ.

Όλα αυτά τα ανακάλυψα αργότερα.

Η Ρέητσελ δολοφονήθηκε στα εικοσιτρία της χρόνια, στις 16 Μαρτίου του 2003, από ένα Κατερπίλαρ D-9, μια μπουλντόζα ειδικά σχεδιασμένη για να κατεδαφίζει σπίτια. Τρεις δεκαετίες νωρίτερα, ο πατέρας της ήταν οδηγός μπουλντόζας του αμερικανικού στρατού στο Βιετνάμ.. Ο θάνατός της ήταν ο πρώτος μιας σειράς δολοφονιών δυτικών στη Γάζα την άνοιξη του 2003, την ίδια περίοδο που γινόταν ο πόλεμος στο στο Ιράκ – ο Βρετανός Τομ Χάρνταλ, εικοσιδύο χρονών, πυροβολήθηκε στις 11 Απριλίου, και ένας άλλος βρετανός, ο κάμεραμαν Τζέημς Μίλερ, τριάντα τεσσάρων, πυροβολήθηκε στις 16 Μαΐου. Εκείνη και ο Χάρνταλ ήταν ακτιβιστές μέλη του Διεθνούς Κινήματος Αλληλεγγύης, μιας οργάνωσης που ιδρύθηκε για να «υποστηρίξει τη μη βίαιη αντίσταση των Παλαιστινίων ενάντια στην Ισραηλινή κατοχή». Η Ρέητσελ πέθανε μόλις δύο μέρες πριν την έναρξη του βομβαρδισμού της Βαγδάτης, τη στιγμή που ο κόσμος είχε στραμμένα αλλού τα μάτια του.

Έγινε μάρτυρας για τους Παλαιστίνιους, ένα θύμα της δικής τους ιντιφάντα, που ύψωσε το ανάστημά του μπροστά στον πανίσχυρο ισραηλινό στρατό. Ο Έντουαρντ Σαιντ επαίνεσε τη δράση της ως «ηρωική, αλλά και ευγενή», όμως πολλοί ισραηλινοί τη θεώρησαν στην καλύτερη περίπτωση αφελή που ανακατεύτηκε σε μια ιστορία για την οποία δεν είχε καταλάβει τίποτα. Και για κάποιους αμερικανούς ήταν προδότρια. Οι δικτυακοί τόποι αναθεμάτιζαν προκλητικά «θα πρεπε να καίγεται στην κόλαση στους αιώνες των αιώνων», «το καθάρισαν καλά το σκουπίδι», «είμαι ευγνώμων για το θάνατό της».

Οι δικοί της θα προτιμούσαν να μη γίνει διάσημη ως το ξανθό κορίτσι που σκοτώθηκε. Όπως είπε και ο πρώην φίλος της, ο Κόλιν Ρηζ, στο ντοκιμαντέρ Ο θάνατος μιας ιδεαλίστριας , «Το άτομο που γνώριζα συμπυκνώθηκε σε μια κουκίδα - στόχο... όλα όσα ήταν η Ρέητσελ, όλες οι λαμπερές ιδέες που είχε, όλα τα έργα τέχνης που δημιούργησε, δεν έχουν σημασία, γιατί ταυτίστηκε με το θάνατό της». Ο Ρηζ αυτοκτόνησε πέρυσι.

Δημιουργώντας αυτό το θεατρικό έργο, θελήσαμε να αποκαλύψουμε τη νεαρή γυναίκα πίσω από το πολιτικό σύμβολο, πέρα από το θάνατό της. Όπως λέει ο Άλαν Ρίκμαν, στον οποίο ανήκει και η ιδέα να γίνουν τα γραπτά της Ρέητσελ θεατρικό: «Δεν επρόκειτο ποτέ να δημιουργήσουμε μια Ρέητσελ με φωτοστέφανο, ή να την συναισθηματικοποιήσουμε, αλλά ταυτόχρονα έπρεπε να αντιμετωπίσουμε το γεγονός ότι είχε δαιμονοποιηθεί. Θελήσαμε να παρουσιάσουμε ένα ισορροπημένο πορτραίτο». Ελπίσαμε να βρούμε τι ήταν αυτό που έκανε τη Ρέητσελ Κόρι διαφορετική από το στερεότυπο του σημερινού καταναλωτικού, απολιτικού νέου. Αφού ζητήσαμε την άδεια από τους γονείς της να κάνουμε τα λόγια της θεατρικό κείμενο, μας στείλανε ένα τεράστιο πακέτο – 184 σελίδες γραπτά της, τα περισσότερα από τα οποία δεν τα είχαμε ξαναδεί.

Το υλικό αποκάλυψε μια γυναίκα που ήταν ταυτόχρονα συνηθισμένη αλλά και μοναδική: έγραφε ποιήματα για τη γάτα της, τους φίλους της, τη γιαγιά της, τον άνεμο, αλλά, επίσης, από εντυπωσιακά μικρή ηλικία, την απασχολούσε έντονα ο κόσμος, και προσπαθούσε να βρει τη θέση της μέσα του. Το πρώτο χρονολογικά κείμενο που έχουμε είναι πολιτικό – στην ηλικία των δέκα ετών η Ρέητσελ έγραψε ένα ποίημα σχετικά με το ότι «παντού τα παιδιά υποφέρουν» και το ότι εκείνη ήλπιζε «να εξαλειφθεί η πείνα μέχρι το 2000». Τα πρώιμα γραπτά της δείχνουν, όπως λέει και ο Ρίκμαν, ότι γνώριζε τι σημαίνει γλώσσα. «Ήταν ευφυής, μια πραγματική συγγραφέας, είχε δυνατή φαντασία.» Επίσης δείχνουν μια μάλλον γλυκιά σοβαρότητα, και επίγνωση γύρω από τον κόσμο, με την ευρεία έννοια, και τη θέση της μέσα σ’ αυτόν. Στα δώδεκά της γράφει «Μάλλον έχω μεγαλώσει λίγο. Έτσι κι αλλιώς όλα είναι σχετικά – εννιά χρόνια μπορεί να είναι το ίδιο με σαράντα χρόνια, εξαρτάται από το πόσο πολύ έχεις ζήσει.»

Στην εφηβεία της άρχισε να γράφει για «τη φωτιά μέσα στην κοιλιά» της, αυτό είναι ένα θέμα που επανέρχεται τακτικά. Επισκέφτηκε τη Ρωσία, ένα ταξίδι που της άνοιξε τα μάτια στον υπόλοιπο κόσμο – τη βρήκε «γεμάτη ατέλειες, βρόμικη, διαλυμένη και υπέροχη.» Και δημιούργησε μια εντυπωσιακή σχέση με τους γονείς της μέσα από τα γραπτά της που με αμεσότητα εκφράζουν συνηθισμένα άγχη για την ασφάλεια και την ελευθερία, πράγμα που γίνεται ιδιαίτερα σπαρακτικό αν αναλογιστούμε το βίαιο θάνατο της Ρέητσελ. Στα δεκαεννιά της έγραψε στη μητέρα της, «Το ξέρω ότι σε τρομάζω... Αλλά θέλω να γράψω και θέλω να δω. Και για τι πράγμα να έγραφα, αν έμενα στο κουκλόσπιτο, στον κόσμο των λουλουδιών που με μεγάλωσες;...Σ’ αγαπώ, και κρατάω αυτό που μου έδωσες, αλλά μεγαλώνω προς τα έξω... Άσε με να παλέψω τους δαίμονές μου. Σ’ αγαπώ. Εσύ με έκανες εσύ με έκανες.»

Έζησε την τυπική αναμπουμπούλα του τέλους της εφηβείας σχετικά με το μέλλον της, και έγραψε για τους άντρες και το σεξ, από το να «ερωτευτείς κάποιον που πάντα θα σε εγκαταλείπει... και διηγείται όλες τις ιστορίες σαν παλιά μπλουζ» μέχρι το να πέφτεις πάνω σε έναν πρώην με την «καυτή» καινούρια του γκόμενα. Το γελάκι της ήταν σαρδόνιο, και είναι ένα από τα πράγματα που οι φίλοι της θυμούνται. Η πολιτική συνειδητοποίηση της Ρέητσελ κέρδισε έδαφος λίγο μετά τα είκοσί της χρόνια. Πήγε στο κολέγιο Εβεργκρην, ένα διάσημο για τις προοδευτικές πεποιθήσεις του Πανεπιστήμιο στην Ολύμπια, που και η ίδια είναι μια προοδευτική πόλη. Άρχισε να ουρλιάζει ενάντια στο ότι «η ύψιστη έκφραση του κοινωνικής μας συνείδησης είναι το τι διαλέγουμε στο σούπερ μάρκετ».

Μετά την 11η Σεπτεμβρίου άρχισε να συμμετέχει σε ακτιβιστικές ενέργειες στην περιοχή της, οργανώνοντας, μάλιστα, μια πορεία ειρήνης, αλλά αμφισβητώντας τον ευρύτερο αντίκτυπο της δράσης της: « Οι άνθρωποι διαθέτουν τους εαυτούς τους ως ανθρώπινες ασπίδες στην Παλαιστίνη και εγώ ξοδεύω το χρόνο μου φτιάχνοντας κοστούμια περιστεριών και γιγάντιες κούκλες». Όταν αποφάσισε τελικά ότι ήθελε να πάει στη Μέση Ανατολή, εξήγησε το λόγο με πολλή σαφήνεια. «Έχω την εσωτερική ανάγκη να πάω και να γνωρίσω τους ανθρώπους που βρίσκονται στην απέναντι πλευρά, εκεί όπου καταλήγουν οι φόροι που πληρώνω για να ενισχυθεί ο αμερικανικός στρατός, και άλλοι στρατοί»

Όταν η Ρέητσελ έφτασε στη Ράφα στη Λωρίδα της Γάζας, ο ρυθμός που γράφει αλλάζει δραματικά, όπως λέει ο Ρίκμαν: «Έχει λιγότερο χρόνο να σκεφτεί αλλά μπορείς να νιώσεις το φόβο που αυξάνει.» Τα γραπτά που έστειλε από τη Γάζα ήταν γεμάτα σθένος και ένταση, και μαρτυρούσαν μια βαθιά εμπειρία. Με την άφιξή της στην Ιερουσαλήμ σοκαρίστηκε αντικρίζοντας το άστρο του Δαβίδ ζωγραφισμένο με σπρέι πάνω σε πόρτες στην Αραβική συνοικία της παλιάς πόλης: «Δεν έχω ξαναδεί αυτό το σύμβολο να χρησιμοποιείται μ’ αυτόν τον τρόπο...Έχω δει το σταυρό να χρησιμοποιείται ως αποικιοκρατικό σύμβολο» Στη Γάζα κουβάλησε το πτώμα ενός νεκρού άντρα σε φορείο ενώ ο Ισραηλινός στρατός πυροβολούσε μπροστά στα πόδια της, αλλά η ακτιβιστική της δράση αφορούσε κυρίως την προστασία: έμενε όλη τη νύχτα στα σπίτια οικογενειών που βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή του πυρός για να εμποδίσει την κατεδάφισή τους, έφραζε το δρόμο, μπροστά σε κάποιο πηγάδι στη Ράφα, προστατεύοντας τους τεχνικούς της ύδρευσης, κάτω από πυρά που «έπεφταν τόσο κοντά ώστε η σκόνη που σήκωναν έσκαγε στα πρόσωπά τους». (Πριν το θάνατό της η Ρέητσελ πίστευε, όπως πολλοί ακτιβιστές, ότι το «διεθνές προνόμιο του λευκού της χρώματος» θα την κρατούσε σχετικά ασφαλή). Παρακολουθώντας με τα μάτια της τις δυνάμεις κατοχής εν δράση, η Ρέητσελ εμπνεύστηκε, τις τελευταίες μέρες τις ζωής της, τα πιο δυνατά κείμενά της η οργή και η αναστάτωσή της από κείνα που έβλεπε ενεργοποίησαν μια εκπληκτική και κλιμακούμενη δύναμη μέσα της.

Αλλά η ποσότητα του υλικού, μάς άφησε με μια σειρά ερωτηματικά. Πόση από τη ζωή της Ρέητσελ πριν πάει στη Γάζα θα έπρεπε να συμπεριληφθεί; Και θα έπρεπε να αναφερθούμε σε άλλα πρόσωπα; Η μόδα στο πολιτικό θέατρο από το Μόνιμο δρόμο του Ντέηβιντ Χερ μέχρι το Γκουαντάναμο της Βικτόρια Μπρίταν και του Γκίλλιαμ Σλόβο, είναι το δημοσιογραφικό στυλ: κυρίως η χρήση της μαρτυρίας, κάποιων συνεντεύξεων, και επίσημων δηλώσεων, παρά η επινόηση μιας ιστορίας. Αλλά εμείς δεν μπορούσαμε πια να πάρουμε συνεντεύξεις για να καλύψουμε τα κενά. Είχαμε ένα πεπερασμένο αριθμό λέξεων με τις οποίες έπρεπε να δουλέψουμε, αφού η Ρέητσελ ήταν νεκρή. Μου άρεσε η ιδέα να χρησιμοποιήσω μερικά από τα μηνύματα που έστειλαν ο Γκρεγκ και η Σίντι, οι γονείς της Ρέητσελ, στην κόρη τους, όταν εκείνη ήταν στη Γάζα. Είναι γεμάτα από τις ανησυχίες που ο κάθε γονιός θα μπορούσε να έχει αν το παιδί του βρισκόταν σε μια θέση που εγκυμονούσε κινδύνους, αλλά επειδή η Ρέητσελ δεν γύρισε ποτέ σπίτι, αποκτούν συντριπτική δριμύτητα. Δύο εβδομάδες πριν το θάνατο της κόρης της, η Σίντυ έστειλε στη Ρέητσελ ένα mail: «Έχω πολλά στην καρδιά μου αλλά δυσκολεύομαι με τα λόγια. Να προσέχεις και να είσαι καλά. Σκέφτεσαι καθόλου να γυρίσεις σπίτι; Ξέρω ότι μάλλον δεν το σκέφτεσαι, αλλά ελπίζω να ξέρεις ότι δεν είναι κακό να το κάνεις».

Και οι φωνή των φίλων της Ρέητσελ; Πήρα συνέντευξη από πολλούς συντρόφους της ακτιβιστές, οι περισσότεροι από τους οποίους απελάθηκαν από το Ισραήλ μετά το θάνατό της. Παρακολουθήσαμε τις κασέτες από τις δύο συγκινητικές επιμνημόσυνες τελετές: μία στη Γάζα που διακόπηκε από πυροβολισμούς του Ισραηλινού στρατού και μία άλλη στην Ολύμπια. Παρακολουθήσαμε ντοκιμαντέρ σχετικά με το θέμα, περισσότερο αξιοπρόσεκτο ήταν το δυνατό Killing Zone (Ζώνη θανάτου) της Σάντρα Τζόρνταν, και σκεφτήκαμε να χρησιμοποιήσουμε αποσπάσματα από βίντεο. Αλλά τελικά τα κείμενα της Ρέητσελ αποδείχθηκε πως είχαν τη δύναμη να σταθούν μόνα τους (προσθέσαμε μόνο μερικά σύντομα κομμάτια που σύστηναν τους γονείς της και τη μαρτυρία του θανάτου της από έναν αυτόπτη στο τέλος).

Η πρόκληση, μετά , ήταν να προσπαθήσουμε να κατασκευάσουμε ένα θεατρικό έργο από αποσπάσματα ημερολογίων, γράμματα και mail, κανένα από τα οποία δεn γράφτηκε με σκοπό να παρασταθεί σε κοινό. Εκείνο που βοήθησε, όπως είπε ο Ρίκμαν, είναι ότι το γράψιμο της Ρέητσελ έχει κάποια θεατρικότητα. «Οι εικόνες ξεπηδούν από τις σελίδες». Καθώς προχωρούσε η διαδικασία, η διαφορά ανάμεσα στη συνηθισμένη δουλειά μου, τη δημοσιογραφία, και το θέατρο, έγινε προφανής: η σκηνή είναι αυτή που κάνει το θέατρο αυτό που είναι, και δεν υπάρχει ουσία στο να κατασκευάζουμε σκηνές που θα ήταν υπέροχα κείμενα, αν η ηθοποιός που έπαιζε τη Ρέητσελ , η Μέγκαν Ντουντς, δεν μπορούσε να τις παραστήσει.

Προσπαθήσαμε να είμαστε δίκαιοι με τη Ρέητσελ συνολικά: να μην είναι ούτε αγία, ούτε προδότρια, να είναι σοβαρή και αστεία, τσαπατσούλα και ταλαντούχα, απελπιστικά σοφή και ανθρώπινη και ολοκληρωμένη. Ή, για να χρησιμοποιήσω τα δικά της λόγια. «πολύπλευρη και αλλόκοτη και υπερβολικά φωνακλού». Διαλέξαμε τα λόγια της Ρέητσελ και όχι εκείνα των Παλαιστίνιων ή των Ισραηλινών θυμάτων λόγω της ποιότητας και της αμεσότητας του γραπτού της λόγου. Όπως λέει ο Ρίκμαν, «Το ακτιβιστικό κομμάτι της είναι απόλυτα αντίστοιχο με το φαντασιακό κομμάτι της ζωής της. Δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι αν είχε ζήσει, θα ξεχύνονταν από μέσα της μυθιστορήματα και θεατρικά έργα.» Η τραγωδία είναι ότι δε θα έχουμε πια νέα από τη Ρέητσελ Κόρι.

Το Θέατρο ως ποιητικό μέσο ενημέρωσης
από τον σκηνοθέτη της παράστασης Θοδωρή Τσαπακίδη


Το όνομά μου είναι Ρέητσελ Κόρι είναι ένα έργο ντοκουμέντο. Δίνει στο θέατρο τη δυνατότητα να λειτουργήσει ως μέσο ενημέρωσης, βαθύ και ανθρώπινο. Και, φέρνοντας στο προσκήνιο την προσωπική διάσταση των γεγονότων, μπορεί να υπερβεί τον αμέτοχο χαρακτήρα της είδησης-πληροφορίας.

Η παράσταση αυτή έχει σημασία. Πόσο τα όρια που βάζουμε στον εαυτό μας είναι πλαστά και όχι πραγματικά; Ποιοι είμαστε, ποια είναι η θέση μας στον κόσμο; (ή όπως λέει η ίδια η Ρέητσελ, κάποια στιγμή στο έργο: «Ποια είμαι; Πώς έφτασα ως εδώ;»).

Το όνομά μου είναι Ρέητσελ Κόρι είναι ένα έργο βαθιά πολιτικό, χωρίς να καμώνεται πώς είναι.

Η πιο πολιτική του θέση είναι η προσωπική διάσταση της Ιστορίας με Ι κεφαλαίο, η προσωπική διάσταση της πραγματικότητας.

Και όλα αυτά χεράκι-χεράκι με ένα γελαστό κορίτσι, φωτεινό από την αρχή μέχρι το τέλος.

Δύσκολο να βρεις καλύτερη παρέα.

Το όνομά μου είναι Ρέητσελ Κόρι είναι μια παράσταση που μας τραβάει λίγο έξω από την καθημερινότητά μας, για να δούμε τον κόσμο που ζούμε, την κατεύθυνση που έχει πάρει ή όπως λέει η ίδια η Ρέητσελ: «…μια κατεύθυνση όπου οι προσωπικές μας εμπειρίες δεν μετράνε, όπου είμαστε ανεπαρκείς, όπου είμαστε ανήμποροι, όπου οι άνθρωποι είναι ασήμαντοι, όπου το μέλλον είναι προκαθορισμένο, και όπου η ύψιστη έκφραση του κοινωνικής μας συνείδησης είναι το τι διαλέγουμε στο σούπερ μάρκετ».

Το έργο δεν είναι «διδακτικό». Η Ρέητσελ Κόρι δεν είναι ένα πρόσχημα, δεν είναι το φερέφωνο ενός ιδεολογήματος. Είναι ένας ζωντανός άνθρωπος.

Όλη η προσπάθεια των καλλιτεχνών που δούλεψαν γι’ αυτήν την παράσταση ήταν να μετακινηθούμε προς το πρόσωπό αυτό, να μην φέρουμε τη Ρέητσελ στα μέτρα μας, αλλά να πάμε εμείς σ’ αυτήν.

Το άτομο έχει σημασία.

Το πρόσωπο, στην ουσία η κατάθεσή του, τα κείμενα του, το έργο, ήταν ο μοναδικός μας οδηγός.

Από την αρχή, είχα την αγωνία να μην επενδύσω στην παράσταση προσωπικές «θεατρικές» φιλοδοξίες. Αυτό που με νοιάζει είναι να ειπωθεί, να ακουστεί η ιστορία (Ιστορία;).

Η θεατρική διασκευή των κειμένων από τον Ρίκμαν και τη Βίνερ βοήθησε πολύ.

Το ζητούμενο είναι να βγει από την παράσταση η χαρά και το φως αυτού του προσώπου. Η χαρά της ζωής και ο θυμός που μου προκαλεί ο θάνατός της.

Μια Παλαιστίνια, που ζει στην Ελλάδα, προθυμοποιήθηκε να μου δώσει να ακούσω παραδοσιακά παλαιστινιακά τραγούδια που μιλούν για τον πόνο αυτού του λαού. Τότε κατάλαβα πολύ καλά ότι δεν ήταν αυτό που ήθελα. Ακόμα και σ’ ό,τι αφορά τους Παλαιστινίους αυτό που με ενδιέφερε ήταν να φέρω στο προσκήνιο το γεγονός που καταγράφει η Ρέητσελ στο ημερολόγιό της, πως ακόμα και στις τρομακτικές συνθήκες που ζούνε δεν παύουν τα παιδάκια να παίζουν, οι έφηβοι να ερωτεύονται και οι μεγάλοι να ονειρεύονται. Και πως αυτή η στάση είναι η πιο γενναία αντίσταση στη φρίκη που τους κυκλώνει.

Για την παράσταση δεν χρειαζόμουν διακοσμητικά στοιχεία. Είχα την ανάγκη να εστιάσω στην αλήθεια της Ρέητσελ.

Η Ρέητσελ είναι καθημερινή και απλή, σκεπτόμενη και απλόχερη στα συναισθήματά της, αθώα και άμεση. Ο καθένας από μας θα μπορούσε να είναι. Ή δεν θα μπορούσε;

Αυτή η αμεσότητα ήταν ο οδηγός μου στη σκηνοθεσία.

Η ποίηση της καθημερινότητας.

Αυτήν προσπαθήσαμε, όλοι οι συντελεστές της παράστασης, να πραγματοποιήσουμε πάνω στη σκηνή, με τα υλικά του θεάτρου, την ηθοποιό, το λόγο και τη δράση, το σκηνικό, το φως και τη μουσική. Φέρνοντας στο προσκήνιο τα συναισθηματικά τοπία του έργου, του προσώπου, που υπάρχουν πίσω από τις λέξεις.

Το σκηνικό περιβάλλον είναι πρόδηλα κατασκευασμένο, θεατρικό, ώστε ο καθημερινός λόγος της Ρέητσελ μέσα του να φωτίζεται, και να αναδεικνύεται στην ουσιαστική του διάσταση.

Δείχνοντας πάνω στη σκηνή ως δύο πράγματα τη Ρέητσελ και το συναισθηματικό της τοπίο, προσπαθήσαμε να δούμε και να δείξουμε τον κόσμο μέσα από τα μάτια της.

Προσπαθήσαμε να δημιουργήσουμε μέσα από την αφαίρεση, εικόνες με συμβολική-μεταφορική δύναμη που να συμπυκνώνουν την ουσία του έργου, της Ρέητσελ.

Γιατί τελικά η Ρέητσελ είναι το έργο.

Μπάμπης Αργυρίου - When it's over... [ΘΕΜΑ]

Μπάμπης Αργυρίου - When it's over... [ΘΕΜΑ] : Ο Μπάμπης δεν μένει πια εδώ.